Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2012

Οι Γυναικες


Η θεση της γυναικας παλιοτερα κι σημερα

Η θεση της συγχρονης γυναικας και δυσκολιες

H γυναικες στην τεχνη

Κυριακή 19 Φεβρουαρίου 2012

ΣΥΓΡΙΣΗ ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ «Ο ΚΥΚΛΟΣ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ» ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ «ΤΩΡΑ».


Τα δύο αυτά έργα κάνουν προτάσεις για τη ζωή. Λένε πως πρέπει να ζούμε κάθε μας μέρα σαν να είναι η τελευταία. Στην κορυφαία αυτή ταινία, μέσα από μία φράση που χρησιμοποιεί ένας πετυχημένος καθηγητής, ο συγγραφέας θέλει να μας πει πως οφείλουμε να ζούμε κάθε μέρα ξεχωριστά και να κάνουμε πράγματα, τα οποία δεν έχουμε κάνει ποτέ και επιθυμούμε να κάνουμε. Η φράση αυτή βοήθησε σε πολύ μεγάλο βαθμό τους μαθητές της ταινίας, κάνοντάς τους να νιώθουν ελεύθεροι και ανεξάρτητοι. <<Carpe diem>>, τους έλεγε συνεχώς ο καθηγητής, που σημαίνει άδραξε τη μέρα. Παράλληλα, στο κείμενό του ο Χριστόπουλος αναφέρεται και εκείνος στη ζωή, υποστηρίζοντας πως δεν πρέπει να σκεφτόμαστε το μέλλον, αλλά να αφήνουμε τη ζωή στη τύχη. Δεν τον ενδιαφέρει τι θα συμβεί, το μόνο που τον νοιάζει είναι να ζήσει τη ζωή. Μας συμβουλεύει να μην ανησυχούμε για τα μελλούμενα, αλλά να ζούμε όσο καλύτερα μπορούμε το τώρα. Τόσο η ταινία όσο και το κείμενο αυτό έχουν διδακτικό χαρακτήρα και προσπαθούν να μας δείξουν την αξία της ζωής.
Ελένη Χρυσουλάκη

Βιβλιοπαρουσιαση


Η  Παναγία  των  Παρισίων
Η  Παναγία  των  Παρισίων  είναι  ένα μυθιστόρημα του  Βίκτωρος  Ουγκώ . Η  υπόθεση  του  βιβλίου  είναι  συναρπαστική,  με  γρήγορη  και  δραματική  εξέλιξη  που  έλκει  το  ενδιαφέρον του αναγνώστη. Οι  κύριοι  ήρωες  του  λαμπρού  μυθιστορήματος  είναι η Εσμεράλδα,  ο  Κουσιμόδος, ο  Κλαύδιος  Φρόλος. Η  ιστορία  διαδραματίζεται στο  Παρίσι. Ο  βασιλιάς  του  Παρισιού  θα  κυνηγήσει  την   Εσμεράλδα, η   οποία  για  να  του  ξεφύγει  θα  κρυφτεί  στην  εκκλησία,  όπου  θα  συναντήσει  τον  Κουσιμόδο. Ο  βασιλιάς  θα  κυνηγήσει  την  Εσμεράλδα και  έτσι  θα  αρχίσει  ένα  ανελέητο κυνηγητό. Διαβάστε  το  βιβλίο  για  να  δείτε  την  συνέχεια...

Η γυναικα Προσωπικες Εμπειριες κι Αποψεις


Γυναίκα. Μια λέξη που χρησιμοποιείται καθημερινά. Τί είναι όμως τελικά η γυναίκα και ποιος ο ρόλος της; Καθήκον της είναι να φροντίζει τα παιδιά και το σύζυγο ή να εργάζεται και να είναι αυτόνομη; Μπορούν μήπως να συνδυαστούν αυτά τα δύο κι αν ναι, πώς;
              Κάνοντας μια ιστορική αναδρομή, αντιλαμβανόμαστε πως η θέση της γυναίκας διαφέρει εξαιρετικά από τη σημερινή εποχή. Στην αρχαία Ελλάδα, για παράδειγμα, και συγκεκριμένα στην Αθήνα, οι Αθηναίες παρέμεναν στο σπίτι, όπου επιμελούνταν τη φροντίδα των παιδιών. Δεν είχαν δικαίωμα να μετέχουν στα κοινά και να παίρνουν αποφάσεις. Επιπλέον, μπορούσαν να βγουν από το σπίτι μόνο με τη συνοδεία κάποιου άνδρα. Αντίθετα, στη Σπάρτη τα κορίτσια εκπαιδεύονταν και γυμνάζονταν από μικρά, ώστε να γίνουν καλές σύζυγοι και μητέρες και να γεννήσουν γερά παιδιά. Η γυναίκα στη Σπάρτη είχε τη δυνατότητα να παίρνει μέρος στα κοινά και να συμμετέχει στη λήψη των αποφάσεων. Παρόλα αυτά, από τότε και για πολλούς αιώνες ακόμα, η γυναίκα παραμένει στο περιθώριο και δεν έχει δικαίωμα έκφρασης, γνώμης και αντίληψης. Η γυναίκα της εποχής δεν μπορεί φυσικά να εργαστεί και να ανεξαρτητοποιηθεί και ως αποτέλεσμα, εξουσιαζόταν πλήρως απ' τον άνδρα της. Παρόλα αυτά, όλα εκείνα τα χρόνια, κάποιες γυναίκες τόλμησαν να αψηφήσουν την προκατάληψη και το συντηρητισμό και να γίνουν μεγάλες μορφές της τέχνης και της επιστήμης.
              Τις αντιλήψεις αυτές κατάφερε να ανατρέψει τις τελευταίες δεκαετίες ο φεμινισμός. Κίνημα, το οποίο εστίαζε κατά πολύ στον περιορισμό ή εξάλειψη της φυλετικής ανισότητας και στην προώθηση των δικαιωμάτων και των συμφερόντων στην κοινωνία. Το κίνημα αυτό, λοιπόν, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη θέση της γυναίκας, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Η γυναίκα ξεκίνησε να εργάζεται, συνεπώς να ανεξαρτητοποιείται (οικονομικά και όχι μόνο) από τον άνδρα της. Επιπλέον, περίπου στα τέλη της δεκαετίας του '50, η γυναίκα στην Ελλάδα, αποκτά το δικαίωμα της ψήφου, που είναι καθοριστικό για αυτήν.
              Τι αποτέλεσμα είχαν όλα αυτά στη ζωή της σύγχρονης γυναίκας; Στην Ελλάδα, ειδικότερα, η γυναίκα εισήλθε δυναμικά στην αγορά εργασίας. Μέσω των σπουδών της και της επαγγελματικής της σταδιοδρομίας, ανοίγονται κάποιοι νέοι δρόμοι για τη γυναίκα, η οποία χειραφετείται και ανεξαρτητοποιείται μέσω της εργασίας της. Ποιο είναι, όμως, το αντίκτυπο για τις μικρότερες ηλικιακά ομάδες; Αναφέρομαι στις κοπέλες που βρίσκονται στην εφηβική και μετεφηβική ηλικία. Τις προηγούμενες δεκαετίες, μια έφηβη κοπέλα δεν είχε τη δυνατότητα να βγαίνει έξω μόνη της για κανένα λόγο, χωρίς τη συνοδεία των γονιών της. Φορούσε ποδιά πάντα, που φανέρωνε πως η κοπέλα ήταν μαθήτρια. Μορφωνόταν, ώστε να έχει τα απαραίτητα εφόδια για να γίνει μια σωστή μητέρα και να σταθεί δίπλα στο σύζυγό της. Φυσικά, παντρεύονταν από πολύ μικρές, ενώ κάποια κορίτσια δεν φοιτούσαν ποτέ στο σχολείο. Αντίθετα, στις μέρες μας η κοπέλα έχει τη δυνατότητα να κυκλοφορεί έξω μόνη της και φυσικά, μπορεί να διασκεδάσει και με τους φίλους της. Δεν χρειάζεται πλέον να φορά ποδιά, αφού η ιδιότητά της μαθήτριας που κατέχει, είναι πλέον κοινή για όλους. Σίγουρα, η γυναίκα έχει περισσότερες δυνατότητες και ελευθερία, καθώς μια νεαρή κοπέλα έχει την ευκαιρία να σπουδάσει εάν το επιθυμεί.
              Μπορεί ο τρόπος ζωής και οι εποχές να άλλαξαν, αυτό όμως δε σημαίνει ότι η γυναίκα και ειδικότερα η έφηβη παύει να αναζητά και να ανακαλύπτει τον εαυτό της και να ψάχνει απαντήσεις στα ζητήματα που την απασχολούν. Κάθε έφηβη κοπέλα αντιμετωπίζει διάφορους εσωτερικούς προβληματισμούς. Βλέπει καθημερινά τον εαυτό της να αλλάζει εσωτερικά και εξωτερικά, καθώς η συμπεριφορά και η αντιμετώπιση από τον κοινωνικό της περίγυρο, διαφοροποιούνται και αυτές.
              Συνοψίζοντας, η γυναίκα όσο κι αν αλλάξουν οι εποχές δε θα σταματήσει να έχει κυρίαρχο ρόλο στην κοινωνία και την οικογένεια, καθώς αποτελεί τον πυλώνα της οικογένειας, έχοντας το ρόλο της μητέρας και της εργαζόμενης.

                              Εύα Ανυφαντάκη (τμήμα Γ1)

Μια βόλτα που δεν τέλειωσε


Μια βόλτα που δεν τέλειωσε

(διήγημα της Έλλης Ταβλά, μαθήτριας του Α4, που απέσπασε το τρίτο βραβείο στον 27ο Παγκρήτιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό)


                Όταν η Ειρήνη μού πρότεινε να πάμε μια βόλτα στην πόλη, χοροπήδησα από τη χαρά μου. Δε λέω, καλές οι εκδρομούλες στην εξοχή αλλά εγώ πάντα τρελαίνομαι για μια βόλτα στην πόλη. Όλοι όμως λένε πως είμαι ακόμη μικρός και πως η πόλη έχει τους κινδύνους της.
-Ζέφυρε θα έχουμε και παρέα, είπε η Ειρήνη.
Το όνομά μου δεν μπορώ ακόμη να το συνηθίσω. Να με βγάλουν Ζαφείρη, το καταλαβαίνω. Γιώργο, Γιάννη, Βαγγέλη, εντάξει. Αλλά Ζέφυρο!
«Τρελή νονά σε βάφτισε», μου λέει συνήθως η Έλλη, η φιλενάδα της Ειρήνης.
-Θα συναντήσουμε στην πλατεία τη Δέσποινα, λέει πάλι η Ειρήνη. Τη Δέσποινα δεν την ξέρω, όμως συμπαθώ όλες τις φίλες της Ειρήνης, γιατί κι αυτές είναι πάντα καλές μαζί μου.

            Στην πλατεία, στην καφετέρια «Με …καϊμάκι», μας περίμενε η Δέσποινα. Καθόταν σε μια περίεργη καρέκλα με ρόδες. Κάτι σαν τα άρματα που μου έδειχνε η Ειρήνη στο βιβλίο της Ιστορίας. Μόνο που δεν το τραβούσαν άλογα. Το κινούσε, όπως είδα μετά, η ίδια η Δέσποινα, αλλά και η Ειρήνη τη βοηθούσε πότε-πότε. Όμως, για να καταφέρουμε να προχωρήσουμε λίγο, έπρεπε πρώτα να ξεφύγουμε από τις καρέκλες και τα τραπεζάκια που μας κύκλωναν. Μπρος-πίσω, μπρος-πίσω, τα καταφέραμε!
-Και τώρα επίθεση στα μαγαζιά, είπε η Δέσποινα και εμείς συμφωνήσαμε μαζί της. Θα πηγαίναμε να ψωνίσουμε κοριτσίστικα «αξεσουάρ». Εγώ βέβαια συμφώνησα από …υποχρέωση!
Το κατάστημα είχε μια πολύ εντυπωσιακή βιτρίνα και μια είσοδο δέκα σκαλιά ψηλότερα από το πεζοδρόμιο. Η Ειρήνη τραβούσε και ξανατραβούσε το καροτσάκι -έτσι λένε αυτό το άρμα τελικά- μέχρι να το ανεβάσει στην κορυφή. Και πάνω που τα κατάφερνε, να το πάλι να τσουλάει προς τα κάτω. Η Δέσποινα είχε ασπρίσει από το φόβο της! Όμως πάντα υπάρχει και ο καλός ιππότης, όπως λέει η Ειρήνη: ένα γυμνασιόπαιδο μας βοήθησε να μπούμε επιτέλους στο μαγαζί. Δε θα σας πω πόσα χρήματα ξοδέψαμε, γιατί μπορεί να το διαβάσουν και κάποιοι μπαμπάδες! Θα σας πω όμως πως βγαίνοντας, ίσα-ίσα που γλυτώσαμε την κατρακύλα μέχρι το λιμάνι.
-Έπρεπε να έχει ράμπα! Είπαν με μια φωνή τα κορίτσια. Μάλλον ρόμπα ήθελαν να πούνε. Η αλήθεια είναι ότι δεν είδα να πουλάει ρόμπες το κατάστημα.
Συνεχίσαμε τη βόλτα μας, πάντα πάνω στο πεζοδρόμιο σαν καλά παιδιά. Όμως σε λίγο, μάλλον από κακό υπολογισμό της Ειρήνης, πέσαμε πάνω σε ένα ράφι με …σαπούνια. Τα μαγαζιά, βέβαια, είχαν απλώσει μικρά και μεγάλα ράφια με τα είδη τους, σε όλο το πεζοδρόμιο. Ευτυχώς τα σαπούνια δε σπάνε, έσπασαν όμως τα γυαλιά της Δέσποινας από την …τράκα.
-Μα είναι δυνατόν, στη μέση-μέση το έβαλαν, φώναζε η Ειρήνη, ίσως για να δικαιολογηθεί. Η Δέσποινα απλά έκλαιγε με λυγμούς…        
Εμένα όμως αυτή η περιπέτεια μου άνοιξε την όρεξη. Μια υπέροχη μυρωδιά έφτασε στη μύτη μου και στην απέναντι πλευρά του δρόμου είδα ένα σουβλατζίδικο. Σουβλάκια και μπιφτέκια άρχισαν να στριφογυρίζουν μπροστά στα μάτια μου και έτρεξα προς τα εκεί. Τα κορίτσια θέλανε δε θέλανε,  με ακολούθησαν. Όμως, ένα τεράστιο αυτοκίνητο -τέσσερεις φορές το τέσσερα- είχε καβαλήσει εκείνη την κατηφορίτσα για τα καρότσια. Έτσι, αναγκάστηκαν να προσπαθήσουν να κατέβουν το πεζοδρόμιο από άλλο σημείο.
-Γλιστράω, γλιστράω, πε-ε-ε-έ-φτω! Ούρλιαξε η Δέσποινα καθώς η Ειρήνη την …ξεφόρτωνε στον δρόμο.
Εγώ, ενώ είχα φτάσει στη μέση του δρόμου, γύρισα να δω τι έγινε. Ένα  μηχανάκι φρέναρε μπροστά μου, το αγόρι που το οδηγούσε έγειρε και … έπεσε πάνω μου. Οι σπαρακτικές μου φωνές ακούστηκαν μέχρι το λιμάνι. Τα κορίτσια ούρλιαζαν, εγώ ούρλιαζα, το αγόρι ούρλιαζε κι αυτό.

Εκεί σταμάτησε η βόλτα μας. Λίγο αργότερα ο μπαμπάς της Δέσποινας μας μάζεψε και εγώ αναρωτιόμουν τι έφταιγε και τίποτα δεν μας πήγε καλά.
Ίσως γιατί η Δέσποινα επέμενε να κινείται με το καρότσι και όχι όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι.
Ίσως πάλι γιατί αυτή η πόλη είναι φτιαγμένη για τους άλλους.
Σίγουρα, πάντως, δεν είναι για κορίτσια σε καρότσια, ούτε βέβαια για μικρά …σκυλάκια σαν κι εμένα!